ΕΝΑ ΕΘΙΜΟ ΠΟΥ ΚΟΝΤΕΥΕΙ ΝΑ ΚΑΤΑΡΓΕΘΕΙ

(Πλατανιώτες που πεθαίνουνε και κανείς δεν τους ξέρει).

Ήρθε το Φθινόπωρο κι αρχίσανε τα πρωτοβρόχια. Είναι η εποχή που οι βλάχοι (τσοπαναραίοι) καταβαίνουνε με τα κοπάδια τους απ’ τα βουνά στους κάμπους, στα χειμαδιά.

Είναι το παμπάλαιο παραδοσιακό έθιμο που χάνεται στα βάθη της ιστορίας του ανθρώπου και που μέχρι λίγες δεκαετίες ακόμα το βλέπαμε να επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο και στα χωριά μας. Οι βλάχοι ετοιμάζανε τα ζώα τους τα φορτώνανε με τα πράγματά τους, οι βλάχες φοράγανε τις παραδοσιακές φορεσιές τους και τα ωραία κίτρινα μαντήλια τους και όλοι μαζί, τραγουδώντας πέρνανε το δρόμο της κατηφοριάς για να πάνε στα χειμαδιά.

Η διαδρομή αυτή κράταγε 10 ημέρες περίπου, γιατί οι βλάχοι κατεβαίνανε σιγά- σιγά βόσκοντας τα πρόβατα τους. Κανονίζανε πάντα να περνάνε μέσα απ’ τα χωριά να τους βλέπει ο κόσμος και το βράδυ υπολογίζουνε να μένουνε κοντά σε κάποιο χωριουδάκι, να ξεκουραστούν αυτοί και τα ζώα, μέχρι να ξημερώσει και πρωί –πρωί με τη δροσούλα να συνεχίσουν το δρόμο τους.

Σήμερα όμως αυτό το υπέροχο έθιμο, όπως και τόσα άλλα, κοντεύει να καταργηθεί γιατί οι βοσκοί πλέον προτιμάνε να κατεβάζουν τα ζώα με τα’ αυτοκίνητα πιο γρήγορα και ξεκούραστα. Όλοι θυσιάζονται πλέον στο βωμό της ταχύτητας και του κέρδους. Μόνο λίγοι παλιοί βλάχοι αγαπάνε και διατηρούνε ακόμα αυτό το θαυμάσιο έθιμο και κατεβαίνουν με τα πόδια.

Πρέπει να είσαι τυχερός να τους δεις να περνάνε μέσα απ’ το χωριό μας τον Πλάτανο και να σταματάνε μετά στον κάμπο να διανυκτερεύσουν.

Αξίζει εκείνο το βράδυ να καθίσεις αργά και ν’ ακούσεις τα ωραία κουδουνίσματα των ζώων και να μην σου κάνει καρδιά να κοιμηθείς. Οι τσελιγκάδες που ξέρουν τις κουδούνες και τους ήχους τους, βάζουν στα ζώα κουδούνες με διάφορους τόνους, ώστε όταν αυτά τα κτυπάνε να βγαίνει μια υπέροχη βουκολική μελωδία που δεν θέλεις να σταματήσει ποτέ.

Αγαπητέ Κώστα,                                                                                               Εγώ αυτά που σου γράφω τα είδα με τα μάτια μου και τα έζησα στον Πλάτανο όταν ήμουνα μικρός και ζούσα ακόμα εκεί μέχρι το συμμοριτοπόλεμο. Όπως ξέρεις τότε εκκενώθηκαν όλα τα γύρω χωριά, ο κόσμος μασεύτηκε στον Πλάτανο κι αποκεί όλοι πήραμε το δρόμο της ξενιτιάς και της μετανάστευσης. Μετά χάσαμε όλα τα έθιμά μας, τις παραδόσεις μας και τώρα όλοι ψάχνουμε να βρούμε τις ρίζες μας.

Αλλά καλύτερα να τα ξεχάσουμε όλα αυτά και να κοιτάξουμε τη ζωή μπροστά μας.

Κώστα,

Διαβάζω πολλές φορές στις εφημερίδες θανάτους συγχωριανών μας. Τα επίθετα τους κ.λ.π. Κανείς όμως δεν τους ξέρει γιατί, όπως συμβαίνει συνήθως, ποτέ δεν ερχόντουσαν στο χωριό μας η τον Σύλλογό μας. Αυτό είναι λυπηρό και το έχουμε συζητήσει πολλές φορές. Έχουμε αναφέρει και πολλά παραδείγματα κατά καιρούς. Όλοι αυτοί έχουν μια μεγάλη θέση και δεν καταδέχονται να έρθουν στον κόσμο μας και το χωριό τους. Νομίζουν ότι ακόμα το χωριό μας είναι όπως παλιά με τις δυσκολίες του. Πρέπει να μάθουν όμως ότι τώρα τα πράγματα έχουνε αλλάξει και ότι στο χωριό υπάρχουν πλέον όλα τα μέσα. Φως, τηλέφωνο, μέσα συγκοινωνίας κ.λ.π. και να έρχονται να τα δουν με τα μάτια τους.

Λυπήθηκα Κώστα πάρα –πολύ που το περασμένο καλοκαίρι ήρθες για 20 μέρες στο χωριό μας και δεν συναντηθήκαμε. Ήταν το διάστημα που ήμουνα στα μπάνια. Ήρθα στο χωριό στις 28 Αυγούστου όταν είχες φύγει. Ας είναι όμως του χρόνου να είμαστε καλά θα συναντηθούμε οπωσδήποτε. Είδα  μόνο τον Πρόεδρο του Συλλόγου σας κ. Τ. Τσούνη και τα είπαμε.

Κώστα, Διαβάζω πάντα τα πολύ ωραία θέματα που γράφεις στην εφημερίδα σου και ιδίως αυτά που αναφέρονται στον Πλάτανο και χαίρομαι πάρα-πολύ. Συγχαρητήρια και να είσαι πάντα καλά να γράφεις για τον ωραίο Πλάτανο. Διότι πράγματι είναι πολύ ωραίος Στο λέω εγώ που έχω γυρίσει όλη την Ελλάδα και μπορώ να σε βεβαιώσω ότι το χωριό μας είναι το κάτι άλλο.

Συγχαρητήρια που έβαλες και τον Πλάτανο στο Ιντερνέτ με δική του σελίδα, και τις τόσο ωραίες φωτογραφίες από το χωριό μας!

Σ’ ευχαριστώ και σε χαιρετώ.

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΑΓΓΕΛΗΣ

 

ΑΝΕΚΔΟΤΑ

Στον Γιατρό

-Γιατρέ για κοιτάξτε τη γλώσσα μου. Δεν είναι ανάγκη κυρία μου ανάπαυση της χρειάζεται.

Ευκαιρία

Κάποιος από την Αμερική πήγε με την γυναίκα του, που είναι πολύ φλύαρη στον Πλάτανο. Πως σου φαίνεται το δάσος; τη ρωτάει. Η ομορφιά του απαντά αυτή μου κόβει τη μιλιά. Δεν μένουμε εδώ στο χωριό μας για πάντα της λέει!

 

ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΣ ΓΡΑΦΟΥΝ

"Καλά τους τα Ψέλνετε"

 Αγαπητέ μου Κώστα,

Εύχομαι να είσθε καλά και να μας ενημερώνετε για τα νέα του αγαπημένου μας Πλάτανου. Όμως σας συγχαίρω που προβάλλετε έντονα το χωριό μας και τα μνημεία του, όπως εκκλησίες, βρύσες, γεφύρια κ.λ.π. Ακόμη που τα ψέλνετε-και καλά κάνετε- στους διάφορους ιθύνοντες, ώστε να νοιάζονται και λιγάκι. Μπράβο σε σας και τους συνεργάτες σας.

Ν. Κ.

 

ΚΑΡΑΓΕΩΡΓΕΟΙ ΟΙ ΒΛΑΧΟΙ

Ήταν Χριστούγεννα όταν χάσαμε το θείο μας τον Αντώνη. Το γουρούνι έτοιμο με την νοστιμιά του και με όλα του τα καλά που μας έδινε. Χωρίς το γουρούνι Χριστούγεννα δεν γινότανε.

Μικρό το παίρναμε και το βάζαμε σ' ένα κουμάσι με ξύλα στρογγυλά. Και η Βάβα μας να μας φωνάζει: «μικρό, πιο μικρό να το κάνετε». Όσο θα μεγαλώνει το γουρούνι να μην μπορεί να στριφογυρνάει και χάνει από το βάρος του. Εκατό οκάδες το φτάναμε. Αγώνα μεταξύ μας οι οικογένειες Καραγεωργέων ποια θα θρέψει το βαρύτερο. Παραμονή σφάζαμε τα γουρούνια μας. Εκατόν δέκα οκάδες ζύγι αυτή τη χρονιά. "Καλοφάγωτο, να το ξοδέψετε με υγεία", οι ευχές της γουρουνοχαράς. Γύρω από το καζάνι το χαλκωματένιο που έβράζαν οι τσιγαρίθρες και έβγαζαν τα λίπη (γλίνα) για το μαγείρεμα και για τις πίτες, εμείς τα παιδιά σαν κουτάβια κλωθοφέρναμε  περιμέναμε να μας πετάξουν καμιά τσιγαρίθρα. Και από στόμα σε στόμα αρπάζαμε και φουσκώναμε τη φούσκα μόλις την έβγαζαν και άδειαζαν το κάτουρο. Οι μεγάλοι στο παραγώνι πίνανε το κοκκινέλι κι έτρωγαν τηγανιές τα συκώτια και τα κοψίδια. Παρέα όλοι οι Καραγεωργέοι άντρες, ξαδέλφια και αδέλφια, ξένοιαστοι, παρατούσαν τις μέρες αυτές όλο το βιος. Τα παιδιά και οι γυναίκες φρόντιζαν για τα ζωντανά, τα μουλάρια, τα γιδοπρόβατα. Ξέχναγαν τα μεράκια τους και ευθυμούσαν, χόρευαν και τραγουδούσαν. Και όλοι μαζί, όταν πια βαριόνταν, κίναγαν για άλλο κονάκι.

-Άιντε τώρα πάμε, ξάδερφε, και στο δικό μου. Πάντα κάποιος πρότεινε, και από κονάκι σε κονάκι μερόνυχτα το γλέντι τους. Η βάβα μου  πολλές φορές μου έλεγε:

-Πάενε, γιε μ' Νικάκι μ', να δεις τι κάνουν αυτοί οι παλαβοί. Δέκα ώρες τώρα θα' σκάσανε από το κρασί. Εγώ έτρεχα πήγαινα να τους βρω. Πότε έφθανα στ' άλλα κονάκια ούτε το καταλάβαινα.

(Από το αρχείο του Κ.Α.Δεδοπούλου)

 

ΤΟ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ

ΠΛΑΤΑΝΟΥ ΝΑΥΠΑΚΤΙΑΣ

Το Λαογραφικό Μουσείο Πλατάνου που εγκαινιάσθηκε το 1972 στεγάζεται στο οίκημα που δώρισε ο Γιατρός Αριστείδης Δημητρακόπουλος. Στο κτίριο αυτό βλέπουμε, καθώς φέρνει στις μνήμες τις γυναίκες του χωριού μας που κατέβαιναν με τις σκάφες και έκαναν την μπουγάδα τους στις βρύσες του Πλατάνου.

Η ιδέα ιδρύσεως Λαογραφικού Μουσείου στον Πλάτανο υιοθετήθηκε από τον Καθηγητή Πανε/μίου κ Νίκο Παπανικολάου. Όλοι οι Πλατανιώτες τότε άνοιξαν τα σπίτια τους και έδωσαν ό,τι είχαν από τα παλιά χρόνια. Αντικείμενα πεταμένα και ξεχασμένα, πολλά φαγωμένα από το σαράκι, άλλα σκουριασμένα, τα οποία όμως είχαν μεγαλώσει τόσες γενιές, Το αλέτρι του γεωργού, ο αργαλειός, το ρακοκάζανο, το πατητήρι, το κουρείο, είδη οικιακής χρήσεως εργαλεία,  όπλα, είναι ορισμένα από τα εκθέματα. Αξιοσημείωτο είναι ότι όλα τα αντικείμενα ήταν σε χρήση από τον περασμένο κιόλας αιώνα. Φαίνεται  ακόμα το σαράκι που είχε φάει τα ξύλα και η σκουριά τα σιδερικά. Όπως μου εξήγησε ο Νίκος Ιωαν. Δεδόπουλος οι άνθρωποι που ασχολήθηκαν με την συντήρησή τους, δεν γυάλισαν τίποτε ώστε να φαίνεται καινούργιο, απλά προσπάθησαν  να τα καθαρίσουν και να σταματήσουν την περαιτέρω φθορά. Όλα τα εκθέματα σήμερα μαρτυρούν την αυτονομία που είχε κάποτε το χωριό μας, καθώς αντιπροσωπεύονται όλα τα επαγγέλματα μιας κλειστής αυτόνομης κοινωνίας. Ο επισκέπτης μπορεί να πιάσει όλα τα αντικείμενα, να κάτσει στον αργαλειό, να δουλέψει το φυσερό, σχηματίζοντας έτσι μια ιδέα για τον τρόπο λειτουργίας τους. Βέβαια απουσιάζουν κάποια επεξηγηματικά κείμενα με το όνομα κάθε αντικειμένου, αλλά όπως μας εξήγησε ο κ. Δεδόπουλος, σύντομα θα τοποθετηθούν ταμπέλες για τα εκθέματα και ευελπιστούν να τυπώσουν και κάποιο φυλλάδιο.

Μια επίσκεψη στο Μουσείο του Πλατάνου, αξίζει πραγματικά, καθώς ο επισκέπτης μπορεί να πληροφορηθεί πως ήταν η ζωή σε ένα χωριό της Ορεινής Ναυπακτίας.

ΚΩΣΤΑΣ ΠΛΑΤΑΝΙΩΤΗΣ

 

«Τους πεθαμένους δεν τους ωφελεί ο πλούτος»

Μέσα σε μικρές φράσεις η και λέξεις, ακόμα, κλείνει μεγάλες αλήθειες και σοφά συμπεράσματα της ζωής, που άλλοτε δίνονται άμεσα και άλλοτε έμμεσα και αλληγορικά.

Αφορμή παίρνω από κάτι χωριανούς μας, που κάνανε πολλά χρήματα και ξεχάσανε το χωριό τους. Άλλοι γίνανε επιστήμονες και ξεχάσανε και αυτοί το χωριό μας. Πολλοί όμως από αυτούς που πεθάνανε δεν τους θυμάται κανείς, όπως θυμούμαστε τους φτωχούς, Τσαμαντρία, Παπατσουνοβαγγέλη, Τσουκαλοβασίλη κ.α. Γιατί αυτοί με την μεγάλη τους φτώχια άφησαν μια μεγάλη ιστορία στον Πλάτανο με τα ανέκδοτά τους και τα έργα τους. Σήμερα οι επιστήμονες που νοιάζονται για Πλάτανο είναι λίγοι (τέσσερις). Οι πλούσιοι Πλατανιώτες (δύο). Πολλοί λίγοι είναι ακόμα και μέλη των Συλλόγων μας. Τη θα τα κάνουν τα χρήματα θα τα πάρουν κοντά τους; Ο Μαραθέας έκανε κάτι στο χωριό μας και το όνομά του θα μνημονεύεται εις τους αιώνας των αιώνων! Έχουμε και κάτι νεόπλουτους που ακόμα δεν καταδέχονται ούτε να χαιρετήσουν τους φτωχούς χωριανούς τους. Πρώτα το χωριό σου και οι χωριανοί σου λοιπόν και μετά η επιστήμη σου και τα πλούτη σου, αν θέλεις να σε θυμούνται πάντα οι χωριανοί σου στον αιώνα τον άπαντα, άμα σβήσεις από αυτό τον κόσμο.

Βασίλης Κασιδιάρης

 

Ο ΓΙΑΤΡΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ

Πάντα πίστευα πως, αν ο γιατρός δεν είναι ικανός να εκτιμήσει μια πνευματική εκδήλωση, να συγκινηθεί από την ποίηση, τη λογοτεχνία, από μια συναυλία, από ένα πίνακα ζωγραφικής η από ένα άγαλμα η μνημείο, να σταματήσει τη ματιά του σ’ ένα λουλούδι π’ ανθίζει, τότε δεν κάνει για γιατρός. Λάθος δρόμο πήρε. Η γνώση μονάχα της ιατρικής δεν του φτάνει. Ο γιατρός πρέπει να συνθέτει μια πνευματικότητα. Τότε μονάχα θα καταφέρει να σταθεί θερμός συμπαραστάτης του συνανθρώπου του. Τότε θα νιώσει το πόνο του και θα τον απαλύνει. Και τότε θα πετύχει.

Νίκος Παπανικολάου-Πλάτανος

Καθηγητής Πανεπιστημίου

 

ΤΑ ΠΑΛΙΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ

ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΑΝΟ

Η ΤΑΛΙΑ: Αυτό το παιχνίδι παιζόταν πάντοτε με δυό παιδιά. Το ένα φύλαγε μια τρυπούλα, που ήταν στο έδαφος και κρατούσε δύο ξύλα, ένα μακρύ σαν βίτσα την (τάλια) και το άλλο μικρότερο το (ταλιώνη). Με το μεγάλο ξύλο κτυπούσε το μικρό, που εξεσφεντονιζόταν μακριά. Το άλλο παιδί προσπαθούσε να το πιάσει στον αέρα. Εάν το έπιανε στον αέρα νικούσε και άλλαζαν θέση οι παίκτες. Εάν δεν το έπιανε,  τότε το μεγάλο ξύλο το βάζανε επάνω σε δυο πέτρες και προσπαθούσε πετώντας το μικρό να το ρίξει κάτω από τις πέτρες. 

 Εάν το πετύχαινε νικούσε και άλλαζαν θέση και το παιχνίδι συνεχιζόταν.

(Από το αρχείο του Κώστα Δεδοπούλου)

 

ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΤΣΑΜΑΝΤΡΙΑ

Ο Τσαμαντρίας καθότανε στο Τζαβελοβασίλη το καφενείο. Η ημέρα ήταν τόσο πολύ ωραία στο χωριό μας και ο Λεωνίδας Γερμανός (Λωνιδάκης), λιαζόταν κοντά στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Όταν τον είδε ο Τσαμαντρίας να λιάζεται είπε στην παρέα του μαγαζιού:

Κοιτάξτε ο λεφτάς λιάζεται!

Και κάποιος από την παρέα του είπε: δεν βαριέσαι Μπάρμπα- Ανδρέα όλοι θα πεθάνουμε μια μέρα. Και ο Μπάρμπα- Ανδρέας τότε είπε: ο Λωνιδάκης θα πεθάνει  μια φορά, αλλά εγώ πεθαίνω κάθε μέρα!

(Από το αρχείο του Κώστα Α. Δεδοπούλου)    

 

ΤΑ ΔΙΚΑ ΜΑΣ

-ΚΟΠΑΝΟΣ. Ήταν ένα επιμηκές ξύλο, χοντρό, με χειρολαβή στη μια του άκρη, με το οποίο ξύλο χτυπούσαν τα σκεπάσματα και κουρέλια του σπιτιού για να καθαρίσουν, όταν τα πλένανε στη βρύση η στο ρέμα.

"Είσαι κόπανος", λέγαμε, δηλαδή ακαταλόγιστος, ασυνεπής.  Λένε ακόμα "δώσε μ' , κυρά μ' , τον άντρα σου, και συ κράτα τον κόπανο".

-ΠΕΡΙ ΛΕΧΩΝΑΣ, γυναίκας όπου κοιλοπονά και δεν μπορεί να γεννήσει. Όταν η γυναίκα κοιλοπονά, να λες αυτά επάνω της, εις το δεξιό μέρος του κορμιού: Έβγα, βρέφος καλείσαι επί της γης, σε καλούμε σε βάπτισμα. Έβγα, βρέφος σε καλεί ο Βαπτιστής Ιωάννης. Έβγα, βρέφος σε καλεί ο Χριστός. Έβγα, βρέφος σε καλεί η Θεοτόκος, η και Χριστό γέννησε.

-ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ, στον Πλάτανο στο κεφάλι φορούσαν μαντίλι, το οποίο και λεγόταν "σκέπη". Επίσης το ράψιμο των πάνινων γυναικείων ρούχων γινόταν από διάφορες μοδίστρες του χωριού μας.  

-ΜΙΑ ΠΑΡΟΙΜΙΑ λέει: "Αγάπα τον πλησίον σου και ας είναι και από τη Βονώρτα".

-ΑΣΤΡΑΠΗ. Για την αστραπή τα παλιά χρόνια λέγανε στο χωριό μας ότι: τ' άστρα τρέχουν, κ΄ εκεί που τρέχουν σκουντά το ένα το άλλο και από τις σπίθες που βγάζουν γίνεται αστραπή, και τα πελεκούδια που πέφτουν, τα κομμάτια τους είναι τ' αστροπελέκια.

(Από το αρχείο του Κ. Α. Δεδοπούλου) 

 

ΑΠ' ΟΤΙ ΘΥΜΑΜΑΙ

ΑΠΟ ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΑΣ

*Γεννήθηκα και μεγάλωσα στον Πλάτανο. Τι σημαίνει όμως για μένα ο γενέθλιος τόπος;

- Γενέθλια γη λέω κι ανθίζω παιδί. Το λίκνο μου, της ψυχής μου το φτερούγισμα, το νου μου. Υπήρξε ο επίγειος παράδεισος. Πλάτανο λέω και βαθιά μου δακρύζει πάντα ένα παιδί. Είναι ο τόπος που με γέννησε, μ' έλουσε τ' ολόλαμπρο του φως, το βουνίσιο αγέρι μ' έθρεψε, της γιαγιάς μου και της μάνας μου τα παραμύθια. Δρύινη την καρδιά μου έκανε κι από το στόμα του πατέρα μου ήπια τον χυμό του ωραίου, του όμορφου, του αληθινού. Ναός ο γενέθλιος τόπος. Είθε προσκυνητή παντοτινά ο Κύριος να με φέρνει. Εκεί πρωτομετάλαβα τα άχραντα μυστήρια φύσης-ζωής. 

*Θα θυμάσαι πάντα…Και θα γυρίζεις πάντα (νοσταλγός αγιάτρευτος ), στους δρόμους του Πλατάνου ψάχνοντας να βρεις το χωριό που ήξερες. Θα γυρεύεις πάντα το χωριό που ήξερες. Θα γυρεύεις πάντα το χωριό που κουβαλάς μόνο μέσα σου…(Πόσα χρόνια πια από τότε…)!

Μουριές και κορομηλιές στους κήπους, με τα ανοιξιάτικα ίτσια και τα χειμωνιάτικα χρυσάνθεμα. Και κείνες οι αυλές του καλοκαιριού με τη δροσιά της κληματαριάς που καρτέραγε, υπομονετικά ετοιμάζοντας αϊτονύχι  και μοσχάτο και κέρινο, να τα δώσει στις πρώτες χινοπωριάτικες ώρες, τις μοσκοβολημένες με μούστο και ρετσίνι από τα βαρέλια που πλένονταν για να δεχτούν ξανά το καινούργιο "Πλατανιώτικο αίμα". (Όμως όχι τώρα πια)! Αλλά αυτά θα τα θυμάσαι πάντα (αλήθεια σου λέω). 

*Το 1945 για πρώτη φορά έφυγα από τον Πλάτανο για να πάω στην Αθήνα. Δώδεκα ώρες με τα πόδια από Πλάτανο μέχρι την Ναύπακτο. Πριν ακόμα μπούμε στην Ναύπακτο, βλέπω για πρώτη φορά ένα αμάξι με άλογα. Στάθηκα σα χαζός και κοίταζα. Κείνο που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση ήταν τα άλογα. Καλοθρεμμένα και γιγαντόσωμα, έτσι που το μουλάρι του αγωγιάτη μου Δημήτρη Καραγιάννη (Καθάριου-Μήτρου) έμοιαζε μπροστά τους σαν ψωροκάτσικο. Ο αμαξάς, σοβαρός καθότανε ψηλά σα… Δεσπότης. Πήγαινε στη Ναύπακτο μου είπαν το ταχυδρομείο. Χάζεψα κάμποση ώρα κοιτάζοντάς το, ώσπου χάθηκε από τα μάτια μου.  

*Όταν ήλθε το ηλεκτρικό ρεύμα στον Πλάτανο το 1970, πολλοί τότε κάτοικοι δεν ήθελαν την ηλεκτροδότηση του χωριού μας, γιατί εφοβούντο τα έξοδα. Όταν όμως μπήκε στα σπίτια τους το λαμπερό και καθαρό ηλεκτρικό φως και είδαν τα καλά του, τότε δικαιολογούσαν τις ενέργειές μας και ευγνωμονούσαν εκείνους, που ενήργησαν για το θέμα αυτό.

*Από χρόνια πολλά οι κάτοικοι του Πλατάνου ζητούσαν την πραγματοποίηση απόκτησης του αγαθού που λέγεται "τηλέφωνο". Από 20/ετιας σχεδόν είχαν υποβληθεί οι σχετικές αιτήσεις. Ο Ο.Τ.Ε. πάντοτε έδινε υποσχέσεις, αλλά δεν πραγματοποιούντο. Τέλος το 1972, ικανοποιήθηκε και αυτή η ανάγκη των κατοίκων και σταμάτησε το μέχρι τότε μοναδικό τηλέφωνο , που υπήρχε, να λειτουργεί στο γραφείο του Ο.Τ.Ε., όπως πρώτα συνέχεια και το οποίο πλημμελώς εξυπηρετούσε το χωριό, γιατί πολλές φορές ένεκα βλάβης δεν ήταν δυνατή η χρήση του.

Κ. Α. Δεδόπουλος 

Υ. Γ. Υπενθυμίζουμε ότι τα παραπάνω κείμενα αποτελούν προσωπικές αναμνήσεις. Όσοι θέλουν να δημοσιευθούν οι δικές τους αναμνήσεις, ας στείλουν σχετικά στοιχεία. Θα είναι ευπρόσδεκτα.

 

ΤΟ ΠΗΔΗΜΑ ΤΗΣ ΒΛΑΧΑΣ

Κάποτε η Βλαχοδημητράκαινα  μαζί με άλλους τσοπάνηδες της περιοχής Πλατάνου κατέβαζε το κοπάδι της (τα πρόβατα) προς τα χειμαδιά κάτω στη Πωγωνισκά. Από το απέναντι όμως του ποταμού Κότσαλο, όπου ήταν αρκετά μεγάλο με πολύ νερό., κανένας δεν τολμούσε να το πηδήσει από την παρέα, ούτε και οι πιο νέοι άνδρες. Αυτή μ' ένα σάλτο το πήδησε, χωρίς να πάθει τίποτα, ήταν μάλιστα, ως λέγεται, και έγκυος. Από τότε το μέρος αυτό το ονόμαζαν "το πήδημα της Βλάχας" δηλαδή της Βλαχοδημητράκαινας.

(Αρχείο Κ.Α. Δεδοπούλου)

 

ΠΛΑΤΑΝΟΣ

Να ξέμενα στον Πλάτανο

και νάχτιζα ένα σπίτι

στου ρουμανιού το ρίζωμα

κοντά στον Αϊ –Ταξιάρχη.

Να είναι παλάτι του χωριού

και κάστρο του Ανεμίτη

Σ΄ άλλο χωριό, σ’ άλλο βουνό

τέτοιο να μην υπάρχει.

Γ. ΑΘΑΝΑΣ

Copyright© 2000-2001 Plataniotis.com